Του Άγγελου Τσιγκρή, Δικηγόρου – Καθηγητή Εγκληματολογίας
Οι αστυνομικοί πολλές φορές ξεπερνούν τους εαυτούς τους για να ανταποκριθούν στην αποστολή τους. Όμως, το κράτος απουσιάζει.
Η επιχειρησιακή ετοιμότητα της Ελληνικής Αστυνομίας φθίνει καθημερινά. Τα περιπολικά δεν έχουν βενζίνη και ελαστικά. Οι υπηρεσίες υπολειτουργούν ή κλείνουν. Οι ελλείψεις σε προσωπικό και μέσα είναι πλέον ασφυκτικές.
Για το σχεδιασμό μιας ορθολογικής αντεγκληματικής πολιτικής και για την καλύτερη κατανομή των κονδυλίων του εθνικού προϋπολογισμού για τη δημόσια τάξη και την ασφάλεια των Ελλήνων πολιτών, είναι απαραίτητα τα ακόλουθα: 1) ο επαναπροσδιορισμός του ρόλου και της λειτουργίας της Ελληνικής Αστυνομίας ως κατεξοχήν φορέα παροχής ασφάλειας, 2) η μεταρρύθμιση στη δομή και την οργάνωση του Σώματος, 3) η αποκατάσταση της σχέσης εμπιστοσύνης και συνεργασίας των πολιτών με τους θεσμικούς φορείς ελέγχου του εγκλήματος και 4) η ποσοτική και ποιοτική καταγραφή της εγκληματικότητας στις πραγματικές της διαστάσεις.
Για τον εκσυγχρονισμό των διωκτικών αρχών και την καλύτερη αντιμετώπιση της εγκληματικότητας είναι απαραίτητα: 1) η προσαρμογή των διεθνών προτύπων στις ανάγκες και τις ιδιαιτερότητες της Ελληνικής περίπτωσης, 2) η αλλαγή της νομοθεσίας αναφορικά με τη χρήση των όπλων από τους αστυνομικούς, 3) η δημιουργία ειδικών ομάδων δίωξης με εξειδίκευση σε ιδιαίτερα εγκλήματα, 4) η ενίσχυση των πεζών αστυνομικών περιπολιών, 5) η πάταξη της διαφθοράς στους κόλπους της Αστυνομίας και η ενίσχυση των μηχανισμών αυτοκάθαρσης, 6) η πρόσληψη επιστημονικού προσωπικού, 7) η ορθολογική κατανομή του έμψυχου δυναμικού στην Ελληνική Επικράτεια με βάση τις ανάγκες της κάθε περιοχής για αστυνόμευση, 8) η ανανέωση και ο εκσυγχρονισμός της υλικοτεχνικής υποδομής, 9) η ενημέρωση του προσωπικού στις νέες τεχνολογίες και τις σύγχρονες κατευθύνσεις της αντεγκληματικής πολιτικής και 10) η συνεργασία των σωμάτων δίωξης (Αστυνομία, Πυροσβεστικό Σώμα, Λιμενικό Σώμα, Τελωνεία, Σώμα δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος) με τη δημιουργία κοινού θαλάμου επιχειρήσεων και συντονιστικού οργάνου διαχείρισης κρίσεων (βλ. Α. Τσιγκρής: “Αντεγκληματική Πολιτική για την Ελλάδα του 21ου Αιώνα”, εκδόσεις Ινστιτούτου Δημοκρατίας “Κωνσταντίνος Καραμανλής”, 2003).
Υπάρχουν λύσεις για την αντιμετώπιση της διαρκώς αυξανόμενης εγκληματικότητας στη χώρα μας. Απαιτείται, όμως, πρώτα και κύρια μια πολιτική κοινωνικής πρόληψης του φαινομένου και η απομάκρυνσή μας από το απόλυτα κατασταλτικό μοντέλο, το οποίο έχει αποτύχει διεθνώς.
Η κάθε κοινωνική οργάνωση έχει την εγκληματικότητα που της αξίζει. Οι δείκτες διακύμανσης της εγκληματικότητας που παρουσιάζει μια κοινωνία στο χώρο και το χρόνο, αποτελούν την πλέον αξιόπιστη μονάδα μέτρησης των φαινομένων κοινωνικής παθογένειας.
Προκειμένου να προληφθεί μια μελλοντική έξαρση της εγκληματικότητας στη χώρα μας θα πρέπει -μεταξύ των άλλων- να μειωθεί η ανεργία, να αυξηθεί το βιοτικό και το εκπαιδευτικό επίπεδο των πολιτών, να αναβαθμισθεί το κοινωνικό κράτος, να δοθούν ευκαιρίες στους νέους ανθρώπους και να διασφαλισθούν τα μέσα για την επίτευξή τους, να επαναπροσδιορισθούν οι στόχοι της νέας γενιάς, να μειωθεί το άνοιγμα της ψαλίδας μεταξύ πλουσίων και φτωχών, να ενσωματωθούν οι μειονοτικές ομάδες του πληθυσμού, να στηριχθούν οι θεσμοί της οικογένειας και του σχολείου.
Να οικοδομηθεί μια κοινωνία συνοχής και αλληλεγγύης με κέντρο της τον άνθρωπο.
Νέο ιστορικό υψηλό καταγράφει η εγκληματικότητα στη χώρα μας το πρώτο
εξάμηνο του 2012, σύμφωνα με την έκθεση του Αρχηγείου της Ελληνικής
αστυνομίας που δόθηκε χθες στη δημοσιότητα. Μέσα σε ένα χρόνο διπλασιάστηκαν οι ένοπλες ληστείες, ενώ πρωτοφανή
αύξηση καταγράφουν και όλοι οι υπόλοιποι ποιοτικοί και ποσοτικοί δέικτες
του εγκλήματος. Η ανασφάλεια των πολιτών έχει φτάσει σε ανησυχητικούς δείκτες. Οι πολίτες αισθάνονται απροστάτευτοι. Η χώρα μας βρίσκεται στο έλαιος ληστρικών επιθέσεων επικίνδυνων συμμοριών. Η Ελλάδα φαντάζει ανοχύρωτη χώρα.
Οι αστυνομικοί πολλές φορές ξεπερνούν τους εαυτούς τους για να ανταποκριθούν στην αποστολή τους. Όμως, το κράτος απουσιάζει.
Η επιχειρησιακή ετοιμότητα της Ελληνικής Αστυνομίας φθίνει καθημερινά. Τα περιπολικά δεν έχουν βενζίνη και ελαστικά. Οι υπηρεσίες υπολειτουργούν ή κλείνουν. Οι ελλείψεις σε προσωπικό και μέσα είναι πλέον ασφυκτικές.
Για το σχεδιασμό μιας ορθολογικής αντεγκληματικής πολιτικής και για την καλύτερη κατανομή των κονδυλίων του εθνικού προϋπολογισμού για τη δημόσια τάξη και την ασφάλεια των Ελλήνων πολιτών, είναι απαραίτητα τα ακόλουθα: 1) ο επαναπροσδιορισμός του ρόλου και της λειτουργίας της Ελληνικής Αστυνομίας ως κατεξοχήν φορέα παροχής ασφάλειας, 2) η μεταρρύθμιση στη δομή και την οργάνωση του Σώματος, 3) η αποκατάσταση της σχέσης εμπιστοσύνης και συνεργασίας των πολιτών με τους θεσμικούς φορείς ελέγχου του εγκλήματος και 4) η ποσοτική και ποιοτική καταγραφή της εγκληματικότητας στις πραγματικές της διαστάσεις.
Για τον εκσυγχρονισμό των διωκτικών αρχών και την καλύτερη αντιμετώπιση της εγκληματικότητας είναι απαραίτητα: 1) η προσαρμογή των διεθνών προτύπων στις ανάγκες και τις ιδιαιτερότητες της Ελληνικής περίπτωσης, 2) η αλλαγή της νομοθεσίας αναφορικά με τη χρήση των όπλων από τους αστυνομικούς, 3) η δημιουργία ειδικών ομάδων δίωξης με εξειδίκευση σε ιδιαίτερα εγκλήματα, 4) η ενίσχυση των πεζών αστυνομικών περιπολιών, 5) η πάταξη της διαφθοράς στους κόλπους της Αστυνομίας και η ενίσχυση των μηχανισμών αυτοκάθαρσης, 6) η πρόσληψη επιστημονικού προσωπικού, 7) η ορθολογική κατανομή του έμψυχου δυναμικού στην Ελληνική Επικράτεια με βάση τις ανάγκες της κάθε περιοχής για αστυνόμευση, 8) η ανανέωση και ο εκσυγχρονισμός της υλικοτεχνικής υποδομής, 9) η ενημέρωση του προσωπικού στις νέες τεχνολογίες και τις σύγχρονες κατευθύνσεις της αντεγκληματικής πολιτικής και 10) η συνεργασία των σωμάτων δίωξης (Αστυνομία, Πυροσβεστικό Σώμα, Λιμενικό Σώμα, Τελωνεία, Σώμα δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος) με τη δημιουργία κοινού θαλάμου επιχειρήσεων και συντονιστικού οργάνου διαχείρισης κρίσεων (βλ. Α. Τσιγκρής: “Αντεγκληματική Πολιτική για την Ελλάδα του 21ου Αιώνα”, εκδόσεις Ινστιτούτου Δημοκρατίας “Κωνσταντίνος Καραμανλής”, 2003).
Υπάρχουν λύσεις για την αντιμετώπιση της διαρκώς αυξανόμενης εγκληματικότητας στη χώρα μας. Απαιτείται, όμως, πρώτα και κύρια μια πολιτική κοινωνικής πρόληψης του φαινομένου και η απομάκρυνσή μας από το απόλυτα κατασταλτικό μοντέλο, το οποίο έχει αποτύχει διεθνώς.
Η κάθε κοινωνική οργάνωση έχει την εγκληματικότητα που της αξίζει. Οι δείκτες διακύμανσης της εγκληματικότητας που παρουσιάζει μια κοινωνία στο χώρο και το χρόνο, αποτελούν την πλέον αξιόπιστη μονάδα μέτρησης των φαινομένων κοινωνικής παθογένειας.
Προκειμένου να προληφθεί μια μελλοντική έξαρση της εγκληματικότητας στη χώρα μας θα πρέπει -μεταξύ των άλλων- να μειωθεί η ανεργία, να αυξηθεί το βιοτικό και το εκπαιδευτικό επίπεδο των πολιτών, να αναβαθμισθεί το κοινωνικό κράτος, να δοθούν ευκαιρίες στους νέους ανθρώπους και να διασφαλισθούν τα μέσα για την επίτευξή τους, να επαναπροσδιορισθούν οι στόχοι της νέας γενιάς, να μειωθεί το άνοιγμα της ψαλίδας μεταξύ πλουσίων και φτωχών, να ενσωματωθούν οι μειονοτικές ομάδες του πληθυσμού, να στηριχθούν οι θεσμοί της οικογένειας και του σχολείου.
Να οικοδομηθεί μια κοινωνία συνοχής και αλληλεγγύης με κέντρο της τον άνθρωπο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου