Λίγες μέρες προτού ανέβει στη σκηνή για να ερμηνεύσει τον Καββαδία στη σκηνή τον πρόλαβε το τέλος στα 67 του χρόνια.Το σπουδαίο έργο που άφησε πίσω του, οι τρεις συλλογές διηγημάτων και οι ιστορικές ερμηνείες.
«Ξεχνώντας το καπέλο μου βγήκα σαν τον τρελό,
σαν τον τρελό που αδιάκοπα τρικλίζει και χαζεύει,
φέρνοντας μέσα στο αίμα μου μια αρρώστια τρομερή,
που ακόμα βασανιστικά το σώμα μου παιδεύει» έγραφε σχεδόν ειρωνικά ο Καββαδίας στο Μαραμπού για όλους όσοι βασανίζονται από μια νόσο ιερή, αυτή που αφήνει άγρυπνο το σώμα και έντονη τη ματιά-ναυτικούς, καλλιτέχνες και ονειροπαρμένους.
Αυτή τη ματιά που πάντα διέθετε ο Μηνάς Χατζησάββας «χτυπημένος» από την ανίατη πλην όμως ιερή «αρρώστια» της ηθοποιίας που είχε ποτίσει το αίμα του από μικρός.
Λίγες μέρες μάλιστα προτού ανέβει στη σκηνή για να ερμηνεύσει τον Καββαδία στην σκηνή τον πρόλαβε το τέλος στα 67 του χρόνια.
Ένα τέλος που δεν είναι όμως ικανό να «στεγνώσει» τις ιστορικές ερμηνείες που χάρισε στο θέατρο-ποιος τον ξεχνάει στην θρυλική ερμηνεία του στην Τρικυμία του Σαίξπηρ, στον ρόλο του αντισυνταγματάρχη Βερσίνιν στις «Τρεις αδελφές», στον παράλληλο Θησέα στο «Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας» - μια παράσταση που άφησε εποχή;
Συνυφασμένη η παρουσία του με το Ανοιχτό Θέατρο του Γιώργου Μιχαηλίδη-από το 84 έως το 98-πρέσβευε ένα θέατρο έξω από τα ψεύτικα όρια και ερμηνείες.
Πειραματιζόταν, αναζητούσε διαφορετικές μορφές έκφρασης, έγραφε, σκηνοθετούσε, διεκδικούσε.
Μια ζωή έξω από τα όρια, πέρα από τις παραδεδομένες θεατρικές προσδοκίες. Όταν αποφάσισε να υποδυθεί τον Διόνυσο στις πολυσυζητημένες «Βάκχες» του Λάνγκοφ το 1997, οι θεατρικοί κριτικοί πήραν θέση απέναντι: αλλά εκείνος δεν άλλαξε γνώμη.
Το ορμητικό θυμικό του που έβλεπε μπροστά και άνοιγε δρόμους δεν μπορούσε να οπισθοχωρήσει επειδή κάποιοι ήθελαν να βάζουν στην τέχνη του θεάτρου όρια και περγαμηνές.
Ήταν άλλωστε ηθοποιός παντός καιρού-και κάθε ρόλου-και κρυφή του προσδοκία ήταν πάντα να γίνει σκηνοθέτης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου