Κυριακή 5 Αυγούστου 2012

Γιατί πρέπει να μείνουμε στο τραπέζι

Της Σοφίας Βούλτεψη
Οι συνθήκες που έχουν δημιουργηθεί στο εσωτερικό και στο διεθνές μέτωπο οδηγούν σε μια σειρά από εύλογα ερωτήματα. Πού πάμε; Βαδίζουμε σωστά; Υπάρχει σχέδιο; Είναι βέβαιο ότι θα παραμείνουμε στο ευρώ σε περίπτωση που ληφθούν τα μέτρα των 11,5 δις ευρώ; Κι’ ακόμη: Με δεδομένες τις αποκαλύψεις περί ΔΝΤ και γνώσης από την αρχή ότι το πρόγραμμα δεν βγαίνει, μήπως τελικά πηγαίνουν χαμένες οι θυσίες; Υπάρχει διαπραγμάτευση ή ήταν προεκλογικό πυροτέχνημα;  Μήπως τελικά υποκύψαμε στις πιέσεις των εκπροσώπων των δανειστών – και πέραν τούτου ουδέν; Υπάρχει τελικά αυτός ο «ευρύτερος στρατηγικός σχεδιασμός»;

Ισχύει η προγραμματική συμφωνία των τριών και οι αποφάσεις της σύσκεψης της 18ης Ιουλίου, σύμφωνα με τις οποίες δεν θα υπάρξουν νέα μέτρα το 2012 και οριζόντια μέτρα το 2013-2014;

Και όταν λέμε «οριζόντια μέτρα», τι εννοούμε;

Και σε τι συνίσταται τελικά αυτή η διαπραγμάτευση; Στη λογική του «πρώτα παίρνουμε τα μέτρα και μετά διαπραγματευόμαστε» ή πρόκειται για μια παράλληλη διαδικασία;

Χωρίς αμφιβολία, οι προβληματισμοί αυτοί ενισχύθηκαν από τη στάση του προέδρου του ΠΑΣΟΚ και κυβερνητικού εταίρου, ο οποίος με τις τελευταίες δηλώσεις του, είπε ξεκάθαρα ότι υποχρεώνεται να προσχωρήσει στις απόψεις του πρωθυπουργού, διότι αυτός έχει την ευθύνη.

Η απροθυμία αυτή πολλαπλασιάζει τα ερωτηματικά στον χειμαζόμενο ελληνικό λαό.

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή:

Η χώρα κινδυνεύει να βρεθεί εκτός ευρώ (ο νομπελίστας οικονομολόγος Κρούγκμαν τη θεωρεί βέβαιη και μάλιστα εντός του 2012) και ήδη διατυπώνονται απόψεις περί μιας προσωρινής, συντεταγμένης και ελεγχόμενης επιστροφής των χωρών του Νότου στα εθνικά τους νομίσματα – ώστε να καταστεί δυνατή η υποτίμηση αυτών των νομισμάτων, κάτι που δεν μπορεί να συμβεί τώρα.

Αυτό, όμως, αποτελεί πρόταση οικονομολόγων και δεν πρόκειται να συμβεί εντός του Αυγούστου, ούτε καν πριν από το τέλος του χρόνου και οπωσδήποτε όχι πριν από τη Σύνοδο Κορυφής του Σεπτεμβρίου.

Η Ελλάδα, όμως, κινδυνεύει να βρεθεί – μόνη της και επομένως άτακτα, με τραγικές συνέπειες – εκτός ευρώ εντός του Αυγούστου.

Αυτό προέκυψε από τις υψηλού επιπέδου επαφές του πρωθυπουργού αυτών των ημερών, με κορυφαία την τηλεφωνική του επικοινωνία (την 1η Αυγούστου) με τον πρόεδρο της ΕΕ Βαν Ρομπάι, που κράτησε 45 λεπτά.

Ο βασικός στόχος αυτής της περιόδου είναι η εκ μέρους της Ελλάδας εξασφάλιση μιας όσο το δυνατόν ηπιότερος – ει δυνατόν και ευνοϊκότερης – έκθεσης της τρόικας, ώστε η Ελλάδα να ξεκινήσει τις σε υψηλό πολιτικό επίπεδο επαφές αναδιαπραγμάτευσης.

Από το αποτέλεσμα αυτής της αναδιαπραγμάτευσης, θα εξαρτηθεί και η επιμήκυνση του χρόνου κατά τον οποίο θα κληθεί η χώρα μας να εφαρμόσει τα μέτρα που θα αποφασιστούν ως τα τέλη Αυγούστου.

Στο μεταξύ, η Ελλάδα θα έχει λάβει την περίφημη μεγάλη δόση των 31 δις ευρώ, που θα χρησιμοποιηθούν για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, αλλά και για άλλες ανάγκες, όπως η καταβολή από το Δημόσιο ενός τεράστιου ποσού ύψους 6,5 περίπου δις ευρώ που χρωστά σε ιδιώτες – ώστε να υπάρξει ρευστότητα και να κινηθεί η αγορά, να γίνουν επενδύσεις και επομένως προσλήψεις.

Παράλληλα, θα υπάρξουν θετικές εξελίξεις στον τομέα των μεταρρυθμίσεων και των αποκρατικοποιήσεων, ώστε να δοθεί επιτέλους το δείγμα γραφής που η Ελλάδα δεν έδωσε ποτέ.

Η Αθήνα έχει καταστήσει σαφές στους δανειστές ότι σκοπεύει να επανέλθει με αιτήματα – και επομένως το αναμένουν, όπως οι ίδιοι έχουν δηλώσει.

Επιπλέον, αυτή την εποχή γίνονται σοβαρές συζητήσεις και ανακατατάξεις στην Ευρώπη.

Ο Ιταλός πρωθυπουργός Μάριο Μόντι περιοδεύει ανά την Ευρώπη και πιέζει ώστε ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (EMS), θα λάβει τραπεζική άδεια, ώστε να αγοράζει κρατικά ομόλογα απευθείας από τις ενδιαφερόμενες κυβερνήσεις και να αντιμετωπιστεί η κρίση χρέους.

Μέχρι στιγμής, το Βερολίνο αντιδρά – γι’ αυτό και δέχθηκε τα πυρά του Γιουνκέρ, που κάλεσε τη Γερμανία να σταματήσει να βλέπει την ευρωζώνη ως «υποκατάστημά» της – αλλά ο Μόντι δήλωσε πως αυτό θα συμβεί «εν ευθέτω χρόνω».

Σημασία έχει όταν έλθει αυτός ο χρόνος να μην βρίσκεται η Ελλάδα εκτός ευρωζώνης.

Την ίδια ώρα, μάχη δίνει και ένας ακόμη Ιταλός, ο επικεφαλής της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι, ο οποίος προτείνει συνεργασία του EMS και της ΕΚΤ ώστε να αγοράζουν από κοινού, κρατικά ομόλογα από υπερχρεωμένες χώρες της ευρωζώνης με στόχο την πτώση των επιτοκίων δανεισμού.

Μόλις χθες, ανακοίνωσε πως εντός των επομένων εβδομάδα θα παρουσιάσει σχέδιο για την πραγματοποίηση απευθείας αγοράς ομολόγων, προκειμένου να σταθεροποιηθεί το κόστος δανεισμού ορισμένων αδύναμων χωρών.

Και σ’ αυτήν την περίπτωση η Ελλάδα πρέπει να βρίσκεται σε θέση ώστε να επωφεληθεί, καθώς τέτοια ωφέλεια δεν μπορεί να υπάρξει για χώρα που βρίσκεται εκτός ευρώ, αλλά… θα χρωστά σε ευρώ.

Από την πλευρά της, και η επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ, δήλωσε πως το Ταμείο «δεν θα αφήσει ποτέ το τραπέζι των διαπραγματεύσεων με την Ελλάδα, αλλά θα "απαιτήσει" την εφαρμογή του προγράμματος μεταρρυθμίσεων που απαιτείται από τους διεθνείς πιστωτές της χώρας», μεταξύ των οποίων και η πάταξη της φοροδιαφυγής, στην οποία έκανε και πάλι ειδική αναφορά.

Το στρατηγικό, επομένως, σχέδιο είναι να παραμείνουμε – με νύχια και με δόντια – στο ευρώ, έως ότου ληφθούν επιτέλους οι (πραγματικά αυτή τη φορά) σημαντικές αποφάσεις.

Αν οι αποφάσεις αυτές δεν ληφθούν τελικά, τότε οι δανειστές θα υποχρεωθούν να λάβουν μια συνολική απόφαση για τις χώρες που μαστίζονται από την κρίση χρέους.

Και σ’ αυτήν την περίπτωση, η Ελλάδα οφείλει να βρίσκεται στην ομάδα των χωρών του Νότου, για τις οποίες θα ληφθεί συνολική απόφαση.

Επομένως, ο ευρύτερος στρατηγικός στόχος είναι να μην κλείσουν οι πόρτες για την Ελλάδα και να μην βρεθεί στην απομόνωση, έως ότου ληφθεί οποιαδήποτε συνολική απόφαση – είτε για τον ESM, είτε για τις χώρες του Νότου.

Οι προτάσεις της αντιπολίτευσης δεν αφήνουν άλλα περιθώρια πλην της εξόδου από το ευρώ ΤΩΡΑ.

Το επιχείρημα ότι «πρέπει οι δανειστές να καταλάβουν πως με τη σκληρή λιτότητα η κατάσταση επιδεινώνεται», είναι σωστό, αλλά αυτή τη στιγμή δεν θέλει να το ακούσει κανείς.

Κι’ αν η Μέρκελ δεν ακούει (τουλάχιστον προς το παρόν) τους Μόντι και Ντράγκι, δεν αντιλαμβάνομαι γιατί θα άκουγε τον κ. Τσίπρα ή τον κ. Καμμένο.

Δεν υπάρχουν σχόλια: