Γράφει: Σμπώκος Εμμανουήλ, Λέκτορας Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων
Αν και είναι δημοφιλείς οι δίαιτες με χαμηλή περιεκτικότητα σε
υδατάνθρακες σε όσους προσπαθούν να χάσουν βάρος υπάρχουν ανησυχίες ότι
αυτού του τύπου η...
δίαιτα μπορεί να μην υποστηρίζει την επιθυμία του ασκούμενου για άσκηση. Αυτή η υπόθεση διερευνήθηκε από μια ερευνητική ομάδα των ΗΠΑ στο πανεπιστήμιο της Αριζόνα.
Είναι γνωστό σε όλους μας ότι μια από τις βασικότερες πηγές ενέργειας του ανθρώπινου οργανισμού είναι οι υδατάνθρακες ή αλλιώς CHO. Είναι απαραίτητοι για τη σωστή λειτουργία του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος. Σε έντονης έντασης άσκηση, στη διάρκεια των πρώτων λεπτών οι υδατάνθρακες είναι μια από τις πιο βασικές διαθέσιμες πηγές ενέργειας που χρησιμοποιείται από τους μύες. Όταν όμως η ενέργεια αυτή μέσω του γλυκογόνου κορεσθεί τότε η extra ποσότητα γλυκόζης μετατρέπεται σε λίπος, άρα έχουμε αύξηση του πάχους.
Στη μελέτη που αναφέρουμε παρακάτω, απροπόνητοι υπέρβαροι ενήλικες επιλέχθηκαν τυχαία και χωρίστηκαν σε δυο ομάδες. Η πρώτη ομάδα ακολούθησε μια δίαιτα χαμηλής περιεκτικότητας CHO και η δεύτερη ομάδα ελέγχου ακολούθησε μια δίαιτα πλούσια σε υδατάνθρακες. Και οι δύο δίαιτες σχεδιάστηκαν για να προωθήσουν την απώλεια βάρους και καταναλώθηκαν σε 2 εβδομάδες. Τα συστατικά της Α δίαιτας ήταν 5% ενέργεια από υδατάνθρακες, 65% από λιπαρά και 30% από πρωτεΐνες. Στη Β δίαιτα τα αντίστοιχα ποσοστά ήταν 40%, 30% και 30% της ενέργειας. Μέτρηση της φυσικής δραστηριότητας πραγματοποιήθηκε στην αρχή και στο τέλος της μελέτης.
Η μέση απώλεια βάρους ήταν παρόμοια κατά την περίοδο των 2 εβδομάδων και για τις δύο ομάδες. Όπως ήταν αναμενόμενο οι δοκιμαζόμενοι που ακολούθησαν την Α δίαιτα κατέδειξαν μια μεγάλη συγκέντρωση των κετονών στο αίμα, δείχνοντας ότι τα σώματά τους χρησιμοποίησαν σαν βασική ενέργεια την καύση του λίπους. Αυτή η υψηλή συγκέντρωση κετονών στο αίμα σχετίστηκε αυτόματα με μια μεγαλύτερη δυσκολία για τη συνέχιση της άσκησης, καθώς και την αυξημένη αίσθηση της κόπωσης.
Οι συγγραφείς κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η πρώτης κατηγoριας δίαιτα, δηλαδή πολύ χαμηλών υδατανθράκων θα μπορούσε να μειώσει την επιθυμία για άθληση.
Άλλες μελέτες φανερώνουν ότι οι οδηγίες που δίνονται για την ένταση της σωματικής άσκησης μπορεί να δημιουργήσουν… παρανοήσεις
Μια μελέτη από το Ηνωμένο Βασίλειο υποστηρίζει ότι οι τρέχουσες συστάσεις για τη σωματική δραστηριότητα μπορεί να δημιουργήσουν λανθασμένες πεποιθήσεις για τα οφέλη από διαφορετικά είδη και εντάσεις άσκησης.
Ερευνητές από τα Πανεπιστήμια του Exeter και του Brunel στο Λονδίνο, εξέτασαν την άποψη ενηλίκων σχετικά με την ένταση της άσκησης που έχει πιθανά οφέλη για την υγεία τους. Από ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα 1.191 Άγγλων ενηλίκων ηλικίας 16-65 ζητήθηκε να σχολιάσει τα σχετικά οφέλη που σχετίζονται με μέτρια ή έντονης έντασης σωματική δραστηριότητα.
Ακόμα κι αν διεθνώς η επιστημονική κοινότητα υποστηρίζει τα μεγαλύτερη οφέλη για την υγεία των αθλουμένων της έντονης έντασης δραστηριότητας σε σχέση με της μέτριας έντασης, οι ερωτηθέντες (κυρίως γυναίκες) υποστήριξαν τη λανθασμένη άποψη για μεγαλύτερα οφέλη της μέτριας έντασης φυσικής δραστηριότητας.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, αυτό μπορεί να αποδοθεί στο γεγονός ότι η μέτριας έντασης φυσική δραστηριότητα έχει δοθεί σαν κατευθυντήρια οδηγία στο Ηνωμένο Βασίλειο από το 1995.
Οι συντάκτες της μελέτης κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι υπάρχει μια παρανόηση σχετικά με τις συστάσεις για την ένταση της φυσικής δραστηριότητας και προτείνουν ότι οι συστάσεις αυτές θα πρέπει να τροποποιηθούν σύμφωνα με τα νέα επιστημονικά δεδομένα.
δίαιτα μπορεί να μην υποστηρίζει την επιθυμία του ασκούμενου για άσκηση. Αυτή η υπόθεση διερευνήθηκε από μια ερευνητική ομάδα των ΗΠΑ στο πανεπιστήμιο της Αριζόνα.
Είναι γνωστό σε όλους μας ότι μια από τις βασικότερες πηγές ενέργειας του ανθρώπινου οργανισμού είναι οι υδατάνθρακες ή αλλιώς CHO. Είναι απαραίτητοι για τη σωστή λειτουργία του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος. Σε έντονης έντασης άσκηση, στη διάρκεια των πρώτων λεπτών οι υδατάνθρακες είναι μια από τις πιο βασικές διαθέσιμες πηγές ενέργειας που χρησιμοποιείται από τους μύες. Όταν όμως η ενέργεια αυτή μέσω του γλυκογόνου κορεσθεί τότε η extra ποσότητα γλυκόζης μετατρέπεται σε λίπος, άρα έχουμε αύξηση του πάχους.
Στη μελέτη που αναφέρουμε παρακάτω, απροπόνητοι υπέρβαροι ενήλικες επιλέχθηκαν τυχαία και χωρίστηκαν σε δυο ομάδες. Η πρώτη ομάδα ακολούθησε μια δίαιτα χαμηλής περιεκτικότητας CHO και η δεύτερη ομάδα ελέγχου ακολούθησε μια δίαιτα πλούσια σε υδατάνθρακες. Και οι δύο δίαιτες σχεδιάστηκαν για να προωθήσουν την απώλεια βάρους και καταναλώθηκαν σε 2 εβδομάδες. Τα συστατικά της Α δίαιτας ήταν 5% ενέργεια από υδατάνθρακες, 65% από λιπαρά και 30% από πρωτεΐνες. Στη Β δίαιτα τα αντίστοιχα ποσοστά ήταν 40%, 30% και 30% της ενέργειας. Μέτρηση της φυσικής δραστηριότητας πραγματοποιήθηκε στην αρχή και στο τέλος της μελέτης.
Η μέση απώλεια βάρους ήταν παρόμοια κατά την περίοδο των 2 εβδομάδων και για τις δύο ομάδες. Όπως ήταν αναμενόμενο οι δοκιμαζόμενοι που ακολούθησαν την Α δίαιτα κατέδειξαν μια μεγάλη συγκέντρωση των κετονών στο αίμα, δείχνοντας ότι τα σώματά τους χρησιμοποίησαν σαν βασική ενέργεια την καύση του λίπους. Αυτή η υψηλή συγκέντρωση κετονών στο αίμα σχετίστηκε αυτόματα με μια μεγαλύτερη δυσκολία για τη συνέχιση της άσκησης, καθώς και την αυξημένη αίσθηση της κόπωσης.
Οι συγγραφείς κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η πρώτης κατηγoριας δίαιτα, δηλαδή πολύ χαμηλών υδατανθράκων θα μπορούσε να μειώσει την επιθυμία για άθληση.
Άλλες μελέτες φανερώνουν ότι οι οδηγίες που δίνονται για την ένταση της σωματικής άσκησης μπορεί να δημιουργήσουν… παρανοήσεις
Μια μελέτη από το Ηνωμένο Βασίλειο υποστηρίζει ότι οι τρέχουσες συστάσεις για τη σωματική δραστηριότητα μπορεί να δημιουργήσουν λανθασμένες πεποιθήσεις για τα οφέλη από διαφορετικά είδη και εντάσεις άσκησης.
Ερευνητές από τα Πανεπιστήμια του Exeter και του Brunel στο Λονδίνο, εξέτασαν την άποψη ενηλίκων σχετικά με την ένταση της άσκησης που έχει πιθανά οφέλη για την υγεία τους. Από ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα 1.191 Άγγλων ενηλίκων ηλικίας 16-65 ζητήθηκε να σχολιάσει τα σχετικά οφέλη που σχετίζονται με μέτρια ή έντονης έντασης σωματική δραστηριότητα.
Ακόμα κι αν διεθνώς η επιστημονική κοινότητα υποστηρίζει τα μεγαλύτερη οφέλη για την υγεία των αθλουμένων της έντονης έντασης δραστηριότητας σε σχέση με της μέτριας έντασης, οι ερωτηθέντες (κυρίως γυναίκες) υποστήριξαν τη λανθασμένη άποψη για μεγαλύτερα οφέλη της μέτριας έντασης φυσικής δραστηριότητας.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, αυτό μπορεί να αποδοθεί στο γεγονός ότι η μέτριας έντασης φυσική δραστηριότητα έχει δοθεί σαν κατευθυντήρια οδηγία στο Ηνωμένο Βασίλειο από το 1995.
Οι συντάκτες της μελέτης κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι υπάρχει μια παρανόηση σχετικά με τις συστάσεις για την ένταση της φυσικής δραστηριότητας και προτείνουν ότι οι συστάσεις αυτές θα πρέπει να τροποποιηθούν σύμφωνα με τα νέα επιστημονικά δεδομένα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου